«Οι μαύρες επέτειοι του πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής».

Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Αποτίνουμε και σήμερα τον οφειλόμενο φόρο τιμής στις ηρωικές μορφές των τραγικών γεγονότων του μαύρου Ιούλη του 1974. Παρά το φυσιολογικό καταλάγιασμα του θρήνου, για 39 χρόνια τώρα ο μαρτυρικός τόπος μας και ο κυπριακός λαός στο σύνολο του, εξακολουθούν να βιώνουν τις τραγικές συνέπειες του προδοτικού πραξικοπήματος και της βάρβαρης τουρκικής εισβολής, με την πατρίδα μας να είναι ακόμη μοιρασμένη.

Χρέος και υποχρέωση όλων μας είναι να μην ξεχνούμε τις εθνικές συμφορές και τραγωδίες. Έχουμε καθήκον και υποχρέωση να τιμούμε αυτούς που αγωνίστηκαν για την προάσπιση της Κυπριακής Δημοκρατίας και του νόμιμου προέδρου της, Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, τις μαύρες ημέρες του πραξικοπήματος, όπως και αυτούς που αγωνίστηκαν για να αντιμετωπίσουν την τουρκική θηριωδία το καλοκαίρι του 1974. Καταδικάζουμε απερίφραστα το προδοτικό πραξικόπημα που προσέφερε στην Τουρκία την ευκαιρία που από χρόνια έψαχνε για να επιβάλλει τα διχοτομικά της σχέδια στο νησί. Καταδικάζουμε, και δεν ξεχνάμε, και δεν θα ξεχάσουμε ποτέ, την επεμβατική πολιτική της Άγκυρας στην Κύπρο και την κατοχή που συνεχίζεται μέχρι σήμερα.

Μετά από τριάντα εννέα ολόκληρα χρόνια, βιώνουμε ακόμη τις συνέπειες των τραγικών γεγονότων του μαύρου Ιούλη του 1974. Τριάντα εννέα χρόνια μετά, έχουμε ακόμη ανοικτές πληγές. Και ο λαός μας φορτωμένος το σταυρό του μαρτυρίου, βαδίζει ακόμη τον ανήφορο του δικού του Γολγοθά. Και ο στόχος της επανένωσης της πατρίδας μας, παραμένει ανεκπλήρωτος:

Οι πρόσφυγες μας, ποθούν και προσβλέπουν στην επιστροφή, και στη μέρα που ειρηνικά θα απολαμβάνουν τα ανθρώπινα δικαιώματα τους στη Μόρφου, στην Αμμόχωστο, στην Κερύνεια.

Οι ηρωικοί μας εγκλωβισμένοι, υπομένοντας στερήσεις, αρνούνται ακόμη να δεχθούν τα τετελεσμένα της εισβολής, και συνεχίζουν να φυλάνε τις δικές τους Θερμοπύλες.

Το τραγικό δράμα εκατοντάδων ακόμη αγνοουμένων και των οικογενειών τους, που τόσα χρόνια μετά δεν γνωρίζουν για την τύχη των αγαπημένων τους προσώπων συνεχίζεται, αφού μέχρι και σήμερα η Άγκυρα δεν συνεργάζεται για να διακριβωθεί η τύχη τους.

Αγαπητοί Συνάδελφοι,

Τριάντα εννέα χρόνια μετά, σταθερά επιθυμούμε και επιδιώκουμε την επίλυση του κυπριακού, την επανένωση της Κύπρου που παραμένει η ύψιστη προτεραιότητα μας. Και αυτή η επιθυμία και η επιδίωξη αντικατοπτρίζει τα αισθήματα ολόκληρου του Κυπριακού Ελληνισμού. Εμείς, περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο, επιθυμούμε το συντομότερο δυνατό την επίλυση του κυπριακού, γιατί εμείς βιώνουμε το ξεριζωμό και την προσφυγιά. Εμείς βιώνουμε τις τραγικές συνέπειες του χρόνου, που βαθαίνει μέρα με την μέρα τις πληγές. Και παγιώνει τα τετελεσμένα.

Την ίδια ώρα, η επιθυμία και ο πόθος μας για επίλυση του κυπριακού δεν σημαίνει, και δεν θα πρέπει να ερμηνεύεται από κανένα ως διάθεση για αποδοχή απαράδεκτης λύσης. Δεν έχουμε δικαίωμα να δεχθούμε μια διευθέτηση του κυπριακού που δεν θα προσφέρει αποτελεσματικές λύσεις στα σημερινά προβλήματα, εξ αιτίας της εισβολής, και θα θέτει σε κίνδυνο το μέλλον του κυπριακού ελληνισμού. Έχουμε καθήκον και υποχρέωση προς τα θύματα της τραγωδίας του 1974, να διασφαλίσουμε ότι η λύση του κυπριακού θα είναι βασισμένη στο Διεθνές Δίκαιο, στις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, και θα αποκαθιστά στο νησί τα νόμιμα δικαιώματα Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.

Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Η σημερινή επετειακή σύνοδος της Βουλής πραγματοποιείται σε μια ιδιαίτερα δύσκολη και οδυνηρή στιγμή για την πατρίδα μας. Οι φετινές επέτειοι του πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής, βρίσκουν την πατρίδα μας σε μια ιδιαίτερα δύσκολη και οδυνηρή κατάσταση, που ενδεχομένως να ερμηνεύεται από κάποιους και ως ευκαιρία επιβολής λύσης στο Κυπριακό. Διανύουμε, χωρίς αμφιβολία, την πιο δύσκολη περίοδο μετά την εισβολή του 1974. Ποτέ προηγουμένως δεν είχαμε να αντιμετωπίσουμε τόσες συσσωρευμένες προκλήσεις και τόσα αδιέξοδα, τόσο σε εθνικό, όσο και σε οικονομικό επίπεδο. Ποτέ προηγουμένως δεν ήταν το αίσθημα της απογοήτευσης, της αβεβαιότητας, και της ανασφάλειας που βιώνουν οι πολίτες μας, πιο έντονα.

Παρά τις όποιες αντιξοότητες, οφείλουμε, και θα τα καταφέρουμε, να βρούμε τη δύναμη να σταθούμε όρθιοι. Οφείλουμε και θα συμπεριφερθούμε με τη μέγιστη σοβαρότητα και υπευθυνότητα. Είμαστε πεπεισμένοι ότι θα καταφέρουμε να ορθοποδήσουμε, όπως ακριβώς τα καταφέραμε και το 1974, όταν ο Κυπριακός Ελληνισμός κατάφερε να επουλώσει τις πληγές του και να οδηγήσει την Κύπρο μετά από μερικά χρόνια σε ένα οικονομικό θαύμα.

Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, αλλά και να αποδείξουμε στην πράξη ότι έχουμε διδαχθεί από τα τραγικά γεγονότα που 1974, οφείλουμε να πορευτούμε με πραγματική ενότητα ανάμεσα μας. Είναι πλέον καιρός, τιμώντας πραγματικά όλους αυτούς που θυσιάστηκαν και έφυγαν χωρίς ποτέ να μάθουν πόσο αδικήθηκαν, και αποδεικνύοντας ότι πραγματικά επιθυμούμε να ξημερώσουν καλύτερες μέρες σε αυτό τον πολυβασανισμένο τόπο, να παραμεριστούν διαφορές, και να πετύχουμε την πολυπόθητη συμφιλίωση, η οποία είναι αναγκαία για να επιτευχθεί η επανένωση του νησιού μας.

Δεν υπάρχει άλλη επιλογή.

Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τις δυσκολίες και τις προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας.

Μόνο έτσι θα συστρατευτεί και ο λαός μας που δυστυχώς μέχρι και σήμερα τον κρατούμε διχασμένο:

Από την μια η Αριστερά, το ένα τρίτο του λαού μας κουβαλά ακόμη το στίγμα της απουσίας από τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα της ΕΟΚΑ την περίοδο 1955-59, και από την άλλη, η Δεξιά, το άλλο ένα τρίτο του λαού σοβαρά μας να είναι ακόμη χρεωμένη με το πραξικόπημα της Χούντας των Συνταγματαρχών. Έγιναν στη πορεία αυτού του λαού σοβαρά ιστορικά λάθη. Αλλά όμως παρά το ότι η ιστορία δεν παραγράφεται, αυτά δεν μπορεί να συνεχίζουν να στιγματίζουν την μεγάλη πλειοψηφία τούτου του τόπου, που έχει αγωνισθεί και συνεχίζει να αγωνίζεται για να ξεπεράσει κάθε δυσκολία. Και αυτό θα πρέπει να της αναγνωρισθεί μέσω της ενότητας και της συνοχής.

Είναι καιρός πλέον, αν πραγματικά επιθυμούμε το καλό αυτού του τόπου, αν επιδιώκουμε να ξημερώσουν καλύτερες μέρες για την Κύπρο μας, να δώσουμε ένα τέρμα σε αυτούς τους διαχωρισμούς του λαού μας, κάνοντας πράξη την Εθνική συμφιλίωση και την κοινή συστράτευση και ενωμένοι να κοιτάξουμε μπροστά.

Μέσα σε αυτό το πνεύμα, θέλω να απευθυνθώ στον ηγέτη της Αριστεράς, τείνοντας χέρι συνεργασίας και εκφράζοντας ετοιμότητα για πραγματοποίηση το συντομότερο δυνατόν επαφών με στόχο να επιτευχθεί η πολυπόθητη ενότητα και συμφιλίωση.

Πρέπει να μετατρέψουμε τη επέτειο του 55-59 και τις μαύρες επετείους του πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής σε χρονικά ορόσημο που να σφυρηλατούμε την ενότητα και το εθνικό προβληματισμό και όχι επετείους που θα βαθαίνουντη διαίρεση του λαού μας.

Αγαπητοί Συνάδελφοι,

Ας συνειδητοποιήσουμε επιτελούς ότι τα γεγονότα και ο χρόνος δεν επιτρέπουν σε κανένα ούτε εφησυχασμό, ούτε επιλογές, στη βάση των όποιων άλλων σκοπιμοτήτων απ’ ότι το εθνικό συμφέρον υπαγορεύει.

Είναι πλέον επιτακτική ανάγκη να συστρατευτούμε διότι έχουμε χρέος να παραδώσουμε στα παιδιά και στα εγγόνια μας μια Κύπρο απαλλαγμένη από τα λάθη του παρελθόντος, μια Κύπρο της ειρήνης, της συνεργασίας, της ευημερίας και της προκοπής.

Μια Κύπρο όπως την ονειρεύτηκαν και την οραματίστηκαν όσοι έδωσαν τη ζωή τους γι αυτήν.

Σας ευχαριστώ.